Σάββατο 26 Ιανουαρίου 2013

Το τραγικό- ηρωικό παράδειγμα στη λακανική ψυχανάλυση και τη φιλοσοφία


του Simon Critchley

Μια εκδοχή του μετα-καντιανού συμβιβασμού στη φιλοσοφία είναι ότι η κριτική αποδόμηση των ισχυρισμών της δογματικής μεταφυσικής στην Κριτική του καθαρού λόγου έχει ως συνέπεια , οι ερωτήσεις που αφορούν το απόλυτο νόημα και την αξία της ανθρώπινης ζωής να περάσουν από την κατηγορία του θρησκευτικού στην κατηγορία του αισθητικού. Ο Καντ κληροδότησε ένα πρόβλημα στους ιδεαλιστές, τους ρομαντικούς ή ακόμη και στους μαρξιστές, ένα πρόβλημα με το οποίο καταπιάνεται στο Κριτική της κριτικής δύναμης όπου προσπαθεί να γεφυρώσει την Κατανόηση (επιστημολογία) και το Λόγο (ηθική) μέσω μιας κριτικής στην κριτική δύναμη η οποία μεσολαβεί μεταξύ της φύσης και της ελευθερίας.
Αυτό το πρόβλημα μπορεί να επαναδιατυπωθεί ως εξής: η καντιανή κριτική της μεταφυσικής καταφέρνει να δείξει την α-νοησία των παραδοσιακών ισχυρισμών της δογματικής μεταφυσικής ενώ ταυτόχρονα θεμελιώνει την κανονιστική ηθική αναγκαιότητα της πρωτοκαθεδρίας του πρακτικού λόγου που αφορά την έννοια της ελευθερίας. Ωστόσο αυτό οδηγεί στο εξής ερώτημα: πώς επικυρώνεται η ελευθερία αν η φύση κυβερνιέται από την αιτιότητα και καθορίζεται μηχανιστικά από επιστημονικά θεμελιωμένους φυσικούς νόμους; Πώς η αιτιότητα του φυσικού κόσμου συμφιλιώνεται με αυτό που ο Καντ αποκαλεί αιτιότητα της ελευθερίας; Ο Καντ δεν αφήνει τις ανθρώπινες υπάρξεις σε αυτό που ο Χέγκελ θα ονόμαζε αμφίβια κατάσταση, δηλαδή να υπόκεινται ελεύθερα στον ηθικό νόμο και καθορίζονται από έναν αντικειμενικό κόσμο της φύσης που είναι γυμνός από κάθε αξία;
Έτσι το έργο μιας κριτικής της αισθητικής και τελεολογικής κρίσης είναι να γεφυρώσει τον καθαρό και τον πρακτικό λόγο, τη φύση και την ελευθερία, την επιστημολογία και την ηθική, έργο το οποίο ο Καντ άφησε ανολοκλήρωτο.

«»

Μετακινούμενος από το γαλλικό στο γερμανικό πλαίσιο θα ήθελα να εστιάσω στο πως το τραγικό παράδειγμα βρίσκει συνέχεια στη λακανική ψυχανάλυση, τουλάχιστο στο σεμινάριο VII , Η ηθική της ψυχανάλυσης (1959-1960). Νομίζω ότι δικαιολογείται το να πούμε ότι για τον Λακάν, η Αντιγόνη αποτελεί την τραγική ηρωίδα της ψυχανάλυσης. Είναι αυτή που δεν εγκαταλείπει την επιθυμία της, αυτή που ακολουθεί το νόμο της επιθυμίας, γεγονός που ο Χέγκελ θα ονόμαζε «νόμο του παραδείσου» και ακολουθεί αυτό το νόμο μέχρι το θάνατό της. Μπορούμε να πούμε ότι ο Λακάν αποτελεί την ψυχαναλυτική προέκταση της γερμανικής φιλοσοφίας του τραγικού και ότι προεκτείνει  το τραγικό παράδειγμα- μέσω της επιλογής της Αντιγόνης ως ηρωίδας της ψυχανάλυσης καθώς ενσωματώνει την ηθική προσταγή της ψυχανάλυσης ne pas ceder sur voltre desir.
Αν διακρίνω σωστά ότι υπάρχει ένα τραγικό παράδειγμα στη λακανική ψυχανάλυση και θα προσπαθήσω να θεμελιώσω παρακάτω αυτόν τον ισχυρισμό, τότε το κριτικό ερώτημα που ακολουθεί είναι πολύ απλό για εμένα: τι γίνεται με το κωμικό; Δεν υπάρχει ένα οιδιπόδειο σύμπλεγμα στην μετα-καντιανή φιλοσοφία ή τουλάχιστον ένα σοφόκλειο σύμπλεγμα που έχει ως συνέπεια τον υποβιβασμό του κωμικού έναντι του τραγικού και συνεπώς περιθωριοποιεί φαινόμενα όπως τα αστεία, το χιούμορ και το γέλιο;
Αλλά ποιο είναι το διακύβευμα σε αυτή την ερώτηση; Το ακόλουθο νομίζω: αν ο μετα-καντιανός συμβιβασμός της φιλοσοφίας έχει ως συνέπεια, οι ερωτήσεις που αφορούν το απόλυτο νόημα και την αξία της ανθρώπινης ζωής περνούν από την κατηγορία του θρησκευτικού στην κατηγορία του αισθητικού- γεγονός που εγκαινιάζει η φιλοσοφία του τραγικού- τότε αυτό που προϋποτίθεται είναι η αναγνώριση  της θνητότητας της κάθε ανθρώπινης ύπαρξης. Έτσι το ερώτημα του νοήματος και της αξίας της ανθρώπινης ζωής γίνεται ζήτημα του τι νόημα μπορεί κανείς να εξάγει από το γεγονός της θνητότητας.
Η κριτική υπόθεση που θα ήθελα να ερευνήσω είναι ότι το τραγικό παράδειγμα στη μετα-καντιανή φιλοσοφία που περιγράφηκε συνοπτικά παραπάνω, παρέχει έναν τρόπο σκέψης μέσω του ερωτήματος για την θνητότητα, μιας σκέψης  η οποία παραμορφώνει την περατότητα, κάνοντας την ανθρώπινη ύπαρξη ηρωική. Αυτός είναι ένας γενικός ισχυρισμός και μπορώ μόνο να ελπίζω ότι θα αρχίσω να τον τεκμηριώνω  μέσα από τους περιορισμούς που επιβάλλει αυτό το άρθρο. Περαιτέρω δεν θέλω να επεκτείνω αυτόν τον ισχυρισμό κατά άλλων συγγραφέων: ο Κίρκεγκωρ αποτελεί φανερή εξαίρεση για να μην αναφέρω τον περίπλοκο τρόπο με τον οποίο ο Χέλντερλιν αντιμετωπίζει το τραγικό καθώς και την  κριτική ή καλύτερα zeitdiagnostisch προσέγγιση του Χέγκελ και της παράδοσης που εμπνέεται από αυτόν, για παράδειγμα τον Ζίμμελ.  Η ταπεινή μου φιλοδοξία είναι να αρχίσω να αναπτύσσω αυτή την κριτική υπόθεση χρησιμοποιώντας το σεμινάριο του Λακάν για την ηθική ως παράδειγμα.