του Saul
Newman
Ο ξεχασμένος σύνδεσμος
Ο Newman
υποστήριξε στο βιβλίο του «Από τον Μπακούνιν στον Λακάν» ότι ο μεταδομισμός
έχει ενσωματώσει διάφορες θέσεις του αναρχισμού όπως για παράδειγμα ο Φουκώ, ο
Ντεριντά, ο Ντελέζ και ο Γκουαταρί. Οι
νομαδικές «πολεμικές μηχανές» εναντίον του κράτους των Ντελέζ και Γκουαταρί, το
αν-αρχικό πρόγραμμα της αποδόμησης
του Ντεριντά και η Φουκωική εστίαση
στην μικροφυσική της εξουσίας δείχνουν
μια τάση ανάδυσης νέων ριζοσπαστικών μορφών πολιτικής. Ο μεταδομισμός μπορεί να
θεμελιωθεί στον αναρχισμό.
Οι νέες μορφές ριζοσπαστικής πολιτικής επιδιώκουν να
θεμελιώσουν μια διαφορετική έννοια της υποκειμενικότητας που δεν βασίζεται
πλέον στην μαρξική έννοια του προλεταριάτου. Ο ορισμός του προλεταριάτου είναι
πολύ στενός. Δεύτερον υπάρχει μια τάση να απομακρυνθούν οι νέες μορφές
ριζοσπαστισμού από την μαρξική-λενινιστική έννοια του κόμματος της πρωτοπορίας,
από τον κοινοβουλευτισμό και συνεπώς εγκαταλείποντας την ελπίδα της
χειραφέτησης από το κράτος. Υπάρχει μια ανάγκη όπως λέει ο Μπαντιού για
πολιτική χωρίς κόμμα καθώς το κόμμα έχει ως σκοπό την αναπαραγωγή της κρατικής
εξουσίας. Το κυριότερο πρόβλημα για την σύγχρονη ριζοσπαστική σκέψη είναι να
βρεθούν νέες μορφές πολιτικών έξω από τον χώρο της κρατικής εξουσίας.
Οι ριζοσπαστικές
πολιτικές θεωρίες έχουν αναρχικό προσανατολισμό. Η ανάδυση του παγκόσμιου
αντικαπιταλιστικού κινήματος είναι πολύ εγγύτερο προς τον αναρχισμό ως προς τις
τακτικές του. Η εξέγερση του Δεκέμβρη του 2008 στην Αθήνα είχε μια αναρχική
ταύτιση.
Το κράτος και το κόμμα
Ο Μπαντιού θεωρεί το κράτος και την αποτυχία να το υπερβούμε
ως το θεμελιώδες πρόβλημα σήμερα. Για το
Μπαντιού υπάρχει στενή σχέση μεταξύ του κράτους και του κόμματος και για αυτό
το αναφέρει ως μια οντότητα , το κόμμα-κράτος. Η μαρξική κατάληψη του κράτους
δεν θα είχε άλλο αποτέλεσμα από την αλλαγή του φύλακα όπως έχουν διατυπώσει ως
κριτική οι αναρχικοί του 19ου αιώνα. Ο Μπαντιού υποστηρίζει ότι
απαιτείται μια πολιτική που να μην έχει ως επίκεντρο το κράτος. Βέβαια ο
Μπαντιού ονομάζει τον αναρχισμό ως σκιά ή το διπλό του μαρξισμού. Πάντως η
πολιτική του σκέψη παρά το ότι θεμελιώνεται στον μαοϊσμό, μπορεί να ιδωθεί ως
ένα είδος αναρχισμού.
Ο Μπαντιού ασκεί κριτική στην πολιτική των Ντελέζ- Γκουαταρί (
έτσι όπως περιγράφεται στον Αντι-Οιδίποδα) λέγοντας ότι τελικά αφήνει τις
υπάρχουσες δομές εξουσίας ανέπαφες. Η κριτική αυτή γράφτηκε το 1970 και από
τότε οι θέσεις του Μπαντιού έχουν μετατοπιστεί ιδίως σχετικά με το κόμμα της
πρωτοπορίας. Ο Μπαντιού υποστήριξε ότι το κράτος είναι μια κατασκευή. Μια ρήξη
χωρίς κατασκευή είναι ο ακριβής ορισμός της αποτυχίας και πιο συχνά της σφαγής:
η Παρισινή Κομμούνα, οι αναρχικοί της Καταλονίας… Ο Newman υποστηρίζει ότι όλες αυτές οι περιπτώσεις που αναφέρει ο
Μπαντιού αποτελούσαν κατασκευές έξω από το κράτος παρά την τελική ήττα τους. Το
να πει κάποιος ότι ηττήθηκαν επειδή διαχωρίστηκαν από το κράτος και το κόμμα χάνει
το κρίσιμο σημείο: η πολιτική καινοτομία τους, το ότι οργάνωσαν νέες μορφές
κοινωνικών σχέσεων και πήραν πολιτικές αποφάσεις οφείλεται πιθανόν στο ότι ήταν
αυτόνομοι από το κράτος και το κόμμα.
Τα διλήμματα για την ριζοσπαστική πολιτική
Σε ένα σύγχρονο debate μεταξύ του Κρίτσλεϋ και Ζίζεκ
διατυπώθηκαν δύο διαφορετικές απόψεις σχετικάμε το κράτος. Ο Κρίτσλεϋ
υποστήριξε μια αν- αρχική μεταπολιτική σύμφωνα με την οποία απαιτείται η
διατήρηση μιας απόστασης από το κράτος. Ο Κρίτσλεϋ υποστηρίζει ότι πρέπει να
αποφύγουμε μια κατά μέτωπο σύγκρουση με το κράτος εργαζόμενοι στα κενά της
κρατικής εξουσίας. Ο Ζίζεκ υποστηρίζει ότι πρέπει να αδράξουμε την κρατική
εξουσία και να χρησιμοποιήσουμε τους μηχανισμούς του με αγριότητα ώστε να
επιτύχουμε τους πολιτικούς στόχους μας. Με άλλα λόγια αφού δεν μπορούμε να
τελειώνουμε με το κράτος γιατί να μην το χρησιμοποιήσουμε για επαναστατικούς σκοπούς;
Η συζήτηση αυτή αναβιώνει τη σύγκρουση μεταξύ μαρξιστών και
αναρχικών. Βέβαια ο Κρίτσλεϋ δεν μπορεί να θεωρηθεί αναρχικός με την κλασική
έννοια. Η κριτική του Ζίζεκ στην πολιτική που προτείνει ο Κρίτσλεϋ είναι η εξής:
το πρόβλημα με την στρατηγική του να εργαστεί κάποιος έξω από το κράτος είναι
ότι ίσως αφήσει ανέπαφο το κράτος και ακολουθήσει
μια ενδοτική πολιτική αιτημάτων που κρύβει μια κρυφή πίστη στο κράτος ως
οργανωτή της κοινωνίας.
Θα συζητηθούν εδώ δύο σημεία. Πρώτον το ζήτημα των
αιτημάτων, το να απευθύνεις στο κράτος διάφορα αιτήματα όπως αύξηση των μισθών,
ίσα δικαιώματα για αποκλεισμένες ομάδες κτλ. Η διεκδίκηση ικανοποίησης τέτοιων
δικαιωμάτων από τα κοινωνικά κινήματα και τις ριζοσπαστικές ομάδες είναι μια
από τις ριζοσπαστικές στρατηγικές τους. Το να απευθύνεις τέτοια αιτήματα προς το
κράτος δεν σημαίνει ότι το νομιμοποιείς, αντιθέτως τα αιτήματα προέρχονται από
έναν χώρο εξωτερικό του κράτους. Έτσι σιωπηλά θέτουν υπό αμφισβήτηση την
νομιμότητα και την κυριαρχία του κράτους αναδεικνύοντας τις θεμελιώδεις
αντιφάσεις του, για παράδειγμα έναν θεσμό που εγγυάται συγκεκριμένα δικαιώματα
και ισότητες ενώ οι κρατικές πολιτικές στην πραγματικότητα τα αρνούνται και
τα παραβιάζουν.
Το δεύτερο σημείο που θα συζητηθεί έχει σχέση με την κριτική
του Ζίζεκ σχετικά με το ότι η πολιτική
έξω από το κράτος στηρίζεται σιωπηλά στην συνέχεια του κράτους. Μπορεί μια τέτοια
πολιτική μπορεί να αφήσει τα πράγματα να συνεχίσουν κανονικά ή να χειροτερέψουν
όπως για παράδειγμα όταν ακροδεξιές δυνάμεις κατορθώσουν να πάρουν τον έλεγχο
του κράτους; Πολλές φορές η ακροδεξιά έχει χρησιμοποιήσει κοινοβουλευτικά και
μη κοινοβουλευτικά μέσα για να κερδίσει την εξουσία και η τυπική
κοινοβουλευτική αριστερά αποδείχθηκε αναποτελεσματική στο να αποτρέψει αυτή την
εξέλιξη. Μια δυνατότητα εναλλακτικής πολιτικής είναι να εργαστεί κάποιος έξω από το κράτος μέσα από την ανάπτυξη
αυτόνομων κοινοτήτων, κολεκτίβων και οργανισμών που κινούνται έξω από το
κράτος.
Ο Κρίτσλεϋ σωστά υποστηρίζει ότι το κράτος είναι πολύ ισχυρό
για επεμβάσεις μεγάλης κλίμακας και η καλύτερη στρατηγική είναι να εργαστεί
κάποιος έξω από αυτό,χωρίς βέβαια αυτό να σημαίνει ότι το κράτος είναι ένα
μόνιμο, αναπόφευκτο χαρακτηριστικό της πολιτικής ζωής όπως φαίνεται να υπονοεί
ο Κρίτσλεϋ. Ο Ζίζεκ θέτει ενδιαφέροντα ερωτήματα σχετικά με την
αποτελεσματικότητα της πολιτικής έξω από το κράτος αλλά η εναλλακτική που
προτείνει, το κόμμα της πρωτοπορίας, η δικτατορία του προλεταριάτου και η επαναστατική
τρομοκρατία που θα σχολιαστούν στην συνέχεια δεν μπορούν να αποτελέσουν μοντέλο
μιας πολιτικής χειραφέτησης.
Το άρθρο αποτελεί περίληψη/μετάφραση του
Newman, S. (2010). The Politics of Post-anarchism.Chapter 4,
The horizon of anarchism: Radical Politics in the Wake of Marx, p.103-137.Edinburgh
University Press.