Σάββατο 27 Οκτωβρίου 2012

Η αυτοκτονική πράξη της Σιν ντε Κουφονταίν (ΙΙ)


Ενδιαφέρον παρουσιάζει ο σχολιασμός της Σιν ντε Κουφονταίν από την Zupancic στο βιβλίο της Ethics of the Real ο οποίος φωτίζει την έννοια της διέλευσης της φαντασίωσης . Το κείμενο που ακολουθεί είναι αποσπάσματα και σημειώσεις από το βιβλίο της Zupancic. Η ανάλυσή  της  για την Σιν ντε Κουφονταίν θα επηρεάσει και τον Ζίζεκ Η ιστορία της Σιν ντε Κουφονταίν παρουσιάζει μια επιλογή «ηρωικής τερατωδίας».  Η Σιν στο διάλογό της με τον πάπα Balillon βρίσκεται στο δίλλημα «πρέπει να κάνω το καθήκον μου, χάνοντας την ανθρωπιά μου;» . Ο Λακάν λέει ότι ο ηθικός νόμος ιδωμένος πιο προσεκτικά είναι η επιθυμία στην καθαρότερη μορφή της.  Η προσταγή μην υποχωρείς από την επιθυμία σου συνδέεται με τη θεμελιώδη φαντασίωση του υποκειμένου, η οποία μετά γίνεται: Μην υποχωρείς από το αντικείμενο αίτιο που συγκροτεί την υποστήριξη της φαντασίωσής σου. Δεν προχωρούμε πέρα από τη φαντασίωση εγκαταλείποντας την αιτία αλλά κάνοντας ακριβώς το αντίθετο δηλαδή εμμένουμε σε αυτή μέχρι το τέλος. Μόνον έτσι είναι δυνατή η διέλευση της φαντασίωσης.
Η φαντασίωση είναι η θεμελιώδης σχέση μεταξύ του υποκειμένου και της επιθυμίας του. Το αντικείμενο α, το στήριγμα της επιθυμίας δεν είναι ορατό στην φαντασίωση σε αυτό που για το υποκείμενο συγκροτεί την εικόνα της επιθυμίας του. Ακριβέστερα είναι το στήριγμα της φαντασίωσης ακριβώς όσο είναι αποκλεισμένο, αόρατο στο πεδίο. Από αυτή την άποψη η καθαρή επιθυμία μπορεί να οριστεί ως το όριο όπου η επιθυμία μπορεί να οριστεί ως το όριο όπου η επιθυμία έρχεται αντιμέτωπη με το στήριγμά της, με την αιτία της.
Αυτό είναι το όριο που συναντά η Σιν. Αυτό που συγκροτεί το στήριγμα του κόσμου της είναι η τιμή. Η τιμή είναι αυτό το αντικείμενο, το αίτιο ή ακόμη αυτή η Αιτία η οποία σε καμία περίπτωση δεν θα μπορούσε να εμφανιστεί στο πεδίο της επιθυμίας ως ένα αντικείμενο ισοδύναμο με όλα τα άλλα, επιτρέποντας την ανταλλαγή ή την αντικατάστασή του. Αλλά η Σιν είναι σε μια κατάσταση που αν θέλει να διατηρήσει την φαντασίωση και την  επιθυμία της, πρέπει να θυσιάσει ακριβώς αυτό που αποτελεί το στήριγμα αυτής της φαντασίωσης. Στον ισχυρισμό της Σιν ότι «Ο θεός μου έδωσε τη ζωή μου και είμαι έτοιμη και ανυπόμονη να τα δώσω πίσω σε αυτόν. Αλλά το όνομά μου είναι δικό μου και η γυναικεία μου τιμή είναι δική μου και μόνο δική μου», ο παπάς Μπάντιλον απαντά: «Το καλό είναι να έχει κανείς κάτι δικό του. Έτσι έχουμε κάτι που μπορούμε να δώσουμε».  Έτσι το αντικείμενο αίτιο της Σιν , η τιμή της γίνεται ορατό και καθίσταται ως κάτι που μπορεί να δοθεί. Για τη Σιν  είναι ακριβώς η προδοσία της τιμής της που είναι πέρα από κάθε φαντασία, η τιμή είναι πέρα από αυτά που μπορεί να θυσιάσει. Αυτή είναι η στιγμή που το αποκλεισμένο αντικείμενο εμφανίζεται μεταξύ άλλων κοινών αντικειμένων και η Σιν  αφήνει την τάξη της επιθυμίας εισάγεται στην τάξη της ενόρμησης. Το απόλυτο αντικείμενο- αίτιο της επιθυμίας γίνεται το μερικό αντικείμενο, το αντικείμενο της ενόρμησης.
Αν το αντικείμενο αίτιο της επιθυμίας είναι ο απαραίτητος όρος για ανάδυση της επιθυμίας, στην ενόρμηση αυτός ο όρος από-απολυτοποιείται. Το αντικείμενο αίτιο γίνεται προϊόν της διαδικασίας από απόλυτο όρο της. Η καθαρή επιθυμία αναδύεται τη στιγμή που ο μόνος τρόπος που έχει το υποκείμενο για να μην υποχωρήσει από την επιθυμία του είναι να θυσιάσει την αιτία της επιθυμίας του, τον απόλυτο όρο της. Η επιθυμία υπονοεί μια άπειρη μέτρηση η οποία κάνει κάθε δοθέν αντικείμενο να παρουσιαστεί τελικά ως ανεπαρκές (δεν είναι αυτό). Η καθαρή επιθυμία μπορεί να οριστεί ως η στιγμή κατά την οποία η επιθυμία αναγκάζεται να πει για την αιτία της, τον απόλυτο όρο της: Δεν είναι αυτή. Έτσι η συνειδητοποίηση της επιθυμίας σου σημαίνει μα συνειδητοποιείς  ότι «μετράς το άπειρο», ότι η επιθυμία έχει άπειρο μέτρο. Η καθαρή επιθυμία δεν είναι μια κατάσταση όπως η κατάσταση του υποκειμένου που θα διατηρήσει την καθαρότητά του από όλες τις παθολογικές κηλίδες (όλων των αντικειμένων). Η καθαρή επιθυμία είναι μια στιγμή καμπύλωσης που μπορεί να συγκριθεί με την ταινία Μοέμπιους.
Αν επιμείνουμε να κινούμαστε στη μία από της πλευρές της ταινίας θα βρεθούμε ξαφνικά στην άλλη πλευρά. Η καθαρή επιθυμία είναι η στιγμή όταν η επιθυμία μέσα από την μετωνυμία συναντά τον εαυτό της, συναντά την αιτία της ανάμεσα σε άλλα αντικείμενα. Την ίδια στιγμή η καθαρή επιθυμία ταυτίζεται με μια πράξη. Αυτή η πράξη επιτυγχάνεται μέσα από το πλαίσιο της θεμελιώδους φαντασίωσης του υποκειμένου αλλά επειδή αυτό που διακυβεύεται δεν είναι τίποτα άλλο από αυτό το πλαίσιο, καταλήγει σε ένα άλλο πλαίσιο, αυτό της ενόρμησης. 

Σάββατο 20 Οκτωβρίου 2012

Η αυτοκτονική πράξη της Σιν ντε Κουφονταίν


Ο Λακάν στο VIII  σεμινάριο με τίτλο H μεταβίβαση το οποίο έλαβε χώρα κατά το 1960-1961 και δημοσιεύτηκε  το 1991, αναλύει την τριλογία του Πωλ Κλωντέλ με τίτλους Ο όμηρος, Το πικρό ψωμί, Ο ταπεινωμένος πατέρας. Στην τριλογία του Κλωντέλ τίθεται το ζήτημα της λειτουργίας του πατέρα όπως και στον Οιδίποδα του Σοφοκλή και τον Άμλετ του Σαίξπηρ. Στην τριλογία αυτή γίνεται αναφορά στην εξέλιξη τριών γενεών μιας οικογένειας, της οικογένειας των Κουφονταίν. Ο Λακάν σε αυτό το σεμινάριο περνά από την Αντιγόνη στη Σιν ντε Κουφονταίν ως πρότυπο της ψυχαναλυτικής πράξης και ηθικής. Η αυτοκτονική πράξη της Σιν σε αντίθεση με την Αντιγόνη δεν συνοδεύεται από μετουσίωση, η πράξη της δεν αισθητικοποιείται. Ο Ζίζεκ θα σχολιάσει την αυτοκτονική πράξη της Σιν στο  βιβλίο του Less Than Nothing. Hegel and the shadow of dialectical materialism (2012) από όπου προέρχεται το απόσπασμα που ακολουθεί. Αρχικά θα παραθέσουμε την περίληψη του θεατρικού έργου Ο όμηρος έτσι ώστε ο αναγνώστης να μπορεί να παρακολουθήσει το σχολιασμό της υπόθεσης (η οποία παρατίθεται σε βιβλία του Ζίζεκ αλλά και στο Ethics of the Real της Zupancic).
Ο Όμηρος του Πωλ Κλωντέλ διαδραματίζεται την εποχή της ναπολεόντειας περιόδου. Η ηρωίδα Σιν και ο ξάδελφός της, Ζωρζ ερωτεύονται σφόδρα. Ο Ζωρζ φέρνει στην έπαυλη της Σιν τον πάπα ο οποίος δραπετεύει από τον Ναπολέοντα. Ωστόσο την επόμενη μέρα η Συν δέχεται την επίσκεψη του Τουσέν Τυρελύρ ο οποίος είναι ο τοπικός αστυνόμος. Ο Τυρελύρ, ιακωβίνος χρησιμοποίησε την επανάσταση προς όφελός του και μάλιστα ήταν ο υπεύθυνος για το θάνατο των γονιών της Σιν. Ο Τυρελύρ εκβιάζει την Σιν λέγοντάς της ότι γνωρίζει ότι γνωρίζει ότι στην έπαυλή της βρίσκονται ο Ζωρζ με τον πάπα και ότι έχει εντολή να τους συλλάβει εκτός αν εκείνη δεχτεί να τον παντρευτεί. Η Σιν βιώνει ένα έντονο ηθικό δίλλημα και μετά από την ενθάρρυνση ενός παπά (Μπάντιλον) αποφασίζει τελικά να δεχθεί. Ένα χρόνο μετά ο Ζωρζ επιστρέφει στο Παρίσι ως βασικός διαπραγματευτής από μέρους του βασιλιά με βασικό αίτημά του, την παράδοση του Παρισιού από τους επαναστάτες. Ο Ζωρζ διαπραγματεύεται με τον Τυρελύρ και η συνομιλία τους καταλήγει σε μονομαχία με όπλα. Ο Ζωρζ τραυματίζεται θανάσιμα ενώ η Σιν καλύπτοντας με το σώμα της τον Τυρελύρ δέχεται αυτή τη σφαίρα. Σε μια εναλλακτική εκδοχή του θεατρικού μετά τους πυροβολισμούς ο Τυρελύρ βρίσκεται δίπλα από το κρεβάτι της Σιν που είναι θανάσιμα πληγωμένη. Ο Τυρελύρ ζητά από την Σιν να δώσει ένα νόημα στην αυτοκτονική κίνησή της να τον σώσει, να του δώσει μια εξήγηση. Η Σιν απαντά όχι με λόγια αλλά με μια κίνηση του κεφαλιού της που δείχνει ένα Όχι! ενώ το πρόσωπό της διαπερνάται από μια έκφραση, ένα τικ τρόμου.
O Ζίζεκ σχολιάζει: "Η Σιν αποτελεί την πρότυπη περίπτωση της μοντέρνας τραγωδίας ενώ η Αντιγόνη και ο Οιδίποδας αποτελούν εκφράσεις της αρχαίας τραγωδίας. Η Σιν ζει στον μοντέρνο κόσμο όπου ο θεός έχει πεθάνει: δεν υπάρχει μοίρα, η μοίρα μας είναι η επιλογή μας, είμαστε πλήρως υπεύθυνοι για αυτή. Η Σιν ακολουθεί το μονοπάτι του εκστατικού έρωτα μέχρι το τέλος, θυσιάζοντας το αγαθό της, την ηθική της ουσία για το θεό, για την καθαρή ετερότητά του. Δεν κάτω από την πίεση κάποιας εξωτερικής πίεσης αλλά για την εσώτερη ελευθερία της ύπαρξής της, συνεπώς δεν μπορεί να κατηγορήσει την μοίρα όταν βρίσκεται πλήρως εξευτελισμένη, στερημένη από κάθε ηθική ουσία. Για αυτό η τραγωδία της είναι ριζική από του Οιδίποδα ή της Αντιγόνης: όταν τραυματίζεται θανάσιμα αφού δέχεται τη σφαίρα που προορίζονταν για τον μισητό και απεχθή σύζυγο, αρνείται να δώσει κάποιο βαθύτερο θυσιαστικό μήνυμα στην αυτοκτονική παρέμβασή της, δεν υπάρχει κάποια τραγική ομορφιά σε αυτή την άρνησή της- το Όχι της σηματοδοτείται από μια αποκρουστική γκριμάτσα, ένα ακούσιο τικ του προσώπου. Δεν υπάρχει τραγική ομορφιά επειδή η θυσία  της έχει στερήσει όλη την εσωτερική ομορφιά και το ηθικό μεγαλείο και έτσι αυτό που μένει είναι ένας αηδιαστικός, περιττωματικός λεκές, ένα ζωντανό κέλυφος στερημένο από ζωή. Δεν υπάρχει αγάπη ούτε εδώ, όλη της η αγάπη καταναλώθηκε στις προηγούμενες αποκηρύξεις της. Κατά κάποιον τρόπο η Σιν σταυρώνεται σε αυτό το σημείο, το Όχι της συναφές με τη φράση του Χριστού «Πατέρα γιατί με εγκαταλείπεις;»- το οποίο είναι επίσης  χειρονομία ανυπακοής που απευθύνεται στον Θεό-Πατέρα.
Ο Κλωντέλ βρίσκει την άρνηση της Σιν για συμφιλίωση με τον Τυρελύρ στο τέλος του Ομήρου μυστηριώδης: επιβλήθηκε σε αυτόν καθώς έγραφε το έργο αφού δεν αποτελούσε μέρος του αρχικού σχεδίου (στην αρχή σκόπευε στον γάμο της Σιν και του Τυρελύρ για να επισημάνει τη συμφιλίωση του ancien regime (Παλαιoύ καθεστώτος)  και του νέου καθεστώτος στην Παλινόρθωση. Αργότερα σκόπευε να παρουσιάσει τον Μπάντιλον να πείθει τη Σιν να δώσει το σημάδι συγχώρεσης και συμφιλίωσης με τον Τυρελύρ).  Σημειωτέο ότι οι περισσότερες κριτικές εξέλαβαν την άρνηση της Σιν όχι ως σημάδι ριζοσπαστικότητας αλλά ως αποτυχία να φέρει εις πέρας τη θυσία που της ζητήθηκε, δηλαδή να δώσει την πλήρη συγκατάθεσή της στον γάμο με τον απεχθή Τυρελύρ. Η ιδέα είναι ότι η Σιν αρνούμενη να δώσει οποιοδήποτε σημάδι αποδοχής και πεθαίνοντας σε μια παγωμένη σιωπή, αρνείται τις θρησκευτικές αρχές οι οποίες μέχρι τώρα υπαγόρευαν τη συμπεριφορά της. Όπως γράφει ο Αμπέλ Χέρμαντ : ο Τυρελύρ προσπαθεί να αποσπάσει από τη Σιν μια λέξη, ένα σημάδι συγχώρεσης, το οποίο θα είναι ένα σημάδι για αυτόν ότι την κατέκτησε πλήρως και έφτασε στο τέλος των φιλοδοξιών του. Αλλά η Σιν αρνείται αυτή την αιώνια συγχώρεση από την οποία φαίνεται να εξαρτάται η αιώνια σωτηρία της. Έτσι καθιστά όλες της, τις θυσίες άχρηστες το τελευταίο λεπτό.
Ο Κλωντέλ αντιτίθεται ασθενικά σε τέτοιες αναγνώσεις : «Πιστεύω ότι σώθηκε», αλλά αναγνωρίζοντας ότι  η σημασία της τελευταίας πράξης της δεν του ήταν ξεκάθαρη: «Στο τέλος του έργου, οι χαρακτήρες διαφεύγουν κάθε ψυχολογική διερεύνηση: στο ανθρώπινο επίπεδο η Σιν αρνείται να πραγματοποιήσει τη θυσία της. Δεν γνωρίζουμε τίποτε άλλο σχετικό και ο ίδιος ο συγγραφέας μπορεί μόνο να υποθέσει τη σημασία της τελευταίας της χειρονομίας. "

Σάββατο 13 Οκτωβρίου 2012

Αλέν Μπαντιού: Τι είναι ο Έρωτας; (ΙΙ)


Οι συνθήκες ύπαρξης της ανθρωπότητας

Πριν προχωρήσουμε παρακάτω  είναι αναγκαίο να γυρίσουμε στο άλλο άκρο του προβλήματος. Αυτή είναι η τέταρτη θέση.

Δ)Υπάρχει μόνο μία ανθρωπότητα.

Τι σημαίνει η ανθρωπότητα με ένα μη ανθρωπιστική  νόημα; Ο όρος δεν μπορεί να θεμελιωθεί σε ένα αντικειμενικό, βέβαιο  χαρακτηριστικό το οποίο θα ήταν ιδεαλιστικό ή βιολογιστικό (σε κάθε περίπτωση άσχετο). Με τον όρο «ανθρωπότητα» εννοώ αυτό που παρέχει την υποστήριξη για τις γενόσημες διαδικασίες ή διαδικασίες αλήθειας.  Υπάρχουν τέσσερις τύποι αυτών των διαδικασιών: η επιστήμη, η τέχνη, η πολιτική και ο έρωτας. Η ανθρωπότητα πιστοποιείται αν και μόνο αν υπάρχει χειραφετητική πολιτική, εννοιολογική επιστήμη, δημιουργική τέχνη ή έρωτας ( που δεν ανάγεται σε ένα μίγμα συναισθήματος και σεξουαλικότητας).  Η ανθρωπότητα είναι αυτό που διατηρεί την άπειρη μοναδικότητα των αληθειών  που εγγράφουν τον εαυτό τους σε αυτούς τους τύπους.  Η ανθρωπότητα είναι το ιστορικό σώμα των αληθειών.
Ας συμφωνήσουμε ότι θα καλούμε Η(Χ) την λειτουργία της ανθρωπότητας. Αυτή η συντομογραφία δείχνει ότι ο παρόν όρος χ ότι και αν είναι υποστηρίζεται τουλάχιστο από μία γενόσημη διαδικασία.  Ένα αξίωμα της ανθρωπότητας δείχνει αυτό : αν ένας όρος χ είναι ενεργός ή ακριβέστερα είναι ενεργοποιημένος ως Υποκείμενο σε μια διαδικασία αλήθειας τότε αποδεικνύει ότι η λειτουργία της ανθρωπότητας υπάρχει.
Επιμένουμε στο ότι η ύπαρξη της ανθρωπότητας , η αποτελεσματικότητα της λειτουργίας της εκδηλώνεται σε ένα σημείο χ  που ενεργοποιείται από μια αλήθεια σε μια διαδικασία όπως αυτή η «τοπική επιβεβαίωση» που αποτελεί το υποκείμενο.  Εφόσον η διαδικασία αλήθειας διέρχεται το xs, η λειτουργία της ανθρωπότητας τα τοπικοποιεί με τη σειρά του.

Ο έρωτας ως απάντηση σε ένα παράδοξο

Εάν οι συνέπειες της τέταρτης θέσης σχετιστούν με τις τρεις προηγούμενες θέσεις μπορούμε να συγκροτήσουμε το πρόβλημα που θα μας απασχολήσει: πώς είναι δυνατό μια αλήθεια να είναι αντιμεταθετική ή να είναι μια αλήθεια για όλους,  εάν υπάρχουν δύο θέσεις τουλάχιστον, ο άνδρας και η γυναίκα που είναι ριζικά διαζευκτικές σε σχέση με την εν γένει εμπειρία;
Κάποιος θα περίμενε ότι οι τρεις πρώτες θέσεις θα εμπεριέχουν την παρακάτω δήλωση : οι αλήθειες είναι έμφυλες. Θα υπήρχε μια επιστήμη αρσενική και μια θηλυκή όπως κάποτε πίστευαν ότι υπάρχει μια προλεταριακή επιστήμη και μια επιστήμη της μπουρζουαζίας.  Θα υπήρχε μια αρσενική τέχνη και μια θηλυκή, ένα αρσενικό πολιτικό όραμα και ένα θηλυκό , μια θηλυκή αγάπη (στρατηγικά ομοφυλοφιλική όπως συγκεκριμένες φεμινιστικοί προσανατολισμοί υποστηρίζουν) και μια αρσενική αγάπη.  Θα μπορούσε να προστεθεί  ότι ακόμη και αν ισχύει κάτι τέτοιο , είναι αδύνατο να το γνωρίζουμε.
Αλλά δεν είναι αυτό που επιδιώκω να θεμελιώσω. Υποστηρίξαμε ότι η διάζευξη είναι ριζική, ότι δεν υπάρχει τρίτη θέση και ότι το συμβάν της αλήθειας {qui advient} είναι γενόσημο που υφαιρείται από κάθε  τοπική διάζευξη.
Ο έρωτας  είναι ακριβώς ο τόπος όπου αυτό το παράδοξο βρίσκεται υπό διαπραγμάτευση {traite}. Αυτή η δήλωση σημαίνει ότι η ο έρωτας  αρθρώνεται μαζί με ένα παράδοξο. Ο έρωτας  δεν μειώνει το παράδοξο αλλά το αντιμετωπίζει.
Η διάσημη κατάρα «τα δύο φύλα πεθαίνουν με τον δικό τους τρόπο» είναι στην πραγματικότητα το μη παράδοξο ή ο φανερός νόμος των πραγμάτων.  Τα δύο φύλα δεν πεθαίνουν ποτέ με τον δικό τους τρόπο.
Ο έρωτας αποκαλύπτει τη λειτουργία του, την αντίστασή του στο νόμου της ύπαρξης.  Αρχίζουμε να αντιλαμβανόμαστε ότι ο έρωτας δεν καθορίζει με «φυσικό τρόπο»  τις σχέσεις μεταξύ των φύλων αλλά παράγει αλήθεια από το μη δεσμό τους.

Ο έρωτας ως σκηνή των δύο μορφοποιεί την αλήθεια της διάζευξης και εγγυάται το ένα της ανθρωπότητας.

Πρέπει να διαχωρίσουμε τον έρωτα από το ζευγάρι. Το ζευγάρι είναι αυτό που βλέπει κάποιος τρίτος για τον έρωτα. Το ζευγάρι μετριέται ως δύο σε μια κατάσταση όπου υπάρχει ένας τρίτος.  Πέρα από το ερώτημα ποιος είναι ο τρίτος, αυτός δεν ενσαρκώνει μια διάζευξη ή μια τρίτη θέση.  Έτσι οι δύο είναι ένα αδιαφοροποίητο δύο, ένα δύο εξολοκλήρου εξωτερικό στο Δύο της διάζευξης. Η φαινομενική παρουσίαση του ζεύγους το οποίο υπόκειται σε έναν νόμο καταμέτρησης δεν λέει τίποτα για τον έρωτα.  Το ζευγάρι δεν ονομάζει τον έρωτα αλλά την κατάσταση (ή το Κράτος) του έρωτα. Ονομάζει όχι την παράσταση αλλά την αναπαράσταση του έρωτα. Για τον έρωτα δεν υπάρχει Τρία και το Δύο υφαιρείται από κάθε μέτρηση.  
Εάν το Τρία δεν υπάρχει τότε, η πρώτη θέση πρέπει να διατυπωθεί διαφορετικά. Μιλώντας αυστηρά είναι καλύτερα να πούμε ότι :
Υπάρχει μια θέση και μια άλλη θέση. Υπάρχει «ένα» και «ένα»  που δεν κάνουν δύο τα οποία βρίσκονται σε πλήρη διάζευξη. Συγκεκριμένα καμία θέση δεν περιλαμβάνει την εμπειρία του άλλου καθώς αυτό θα ισοδυναμούσε με εσωτερίκευση του δύο.
Είναι ακριβώς αυτή η τελευταία παρατήρηση που πάντα συνιστούσε το μείζον αδιέξοδο των φαινομενολογικών προσεγγίσεων του έρωτα: αν ο έρωτας είναι «η συνείδηση του άλλου ως άλλου»  τότε ο άλλος ο άλλος είναι αναγνωρίσιμος στη συνείδηση ως ο ίδιος. Διαφορετικά πώς θα κατανοήσουμε το πώς η  συνείδηση αυτή , η οποία είναι ο τόπος της αναγνώρισης του εαυτού ως το ίδιο με τον εαυτό , θα βίωνε ή θα αποδέχονταν τους άλλους ως τέτοιους;
Η φαινομενολογία έχει δύο επιλογές: να αδυνατίσει την έννοια της ετερότητας ή να εκμηδενίσει την έννοια της ταυτότητας.  Για να διατηρήσει κανείς και την διάζευξη και ότι υπάρχει αλήθεια είναι απαραίτητο να θεωρήσει τον έρωτα ως διαδικασία και όχι ως ερωτική συνείδηση.
Ο έρωτας είναι ακριβώς αυτό: η έλευση του Δύο, η σκηνή του Δύο. 

Σάββατο 6 Οκτωβρίου 2012

Αλέν Μπαντιού: Τι είναι ο Έρωτας;


Έγκον Σίλε
Αγκαλιά (Οι Εραστές)
1917
Λάδι σε καμβά
100 x 170.2 εκ.
Osterreichische Galerie, Βιέννη


Για διάφορους ορισμούς της αγάπης που δεν θα διατηρηθούν

Η φιλοσοφία ή μια φιλοσοφία συγκροτεί τον τόπο της στη σκέψη μέσω των απορρίψεων και των διακηρύξεων.  Γενικά η απόρριψη των σοφιστών και η διακήρυξη ότι υπάρχουν αλήθειες. Σε αυτή την περίπτωση ισχύει:

A) Η απόρριψη της συγχωνευτικής αντίληψης   για τον έρωτα. Ο έρωτας δεν είναι αυτό που κάνει  Ένα σε έκσταση διαμέσου ενός Δύο που δίνεται δομικά.  Αυτή η απόρριψη είναι ταυτόσημη με την απόρριψη του Είναι- προς – θάνατο. Αυτό συμβαίνει επειδή ένα Ένα μπορεί να θεωρηθεί πέρα από το Δύο μόνο ως απώθηση του πολλαπλού. Έτσι έχουμε την μεταφορά της νύχτας, την επίμονη ιεροποίηση του έρωτα, ο τρόμος  που πραγματώνεται στον κόσμο, ο Τριστάνος και η Ιζόλδη του Βάγκνερ.  Για  τις κατηγορίες μου είναι μια φιγούρα καταστροφής και ως τέτοια σχετίζεται με τη γενόσημη διαδικασία του έρωτα. Αυτή η καταστροφή δεν είναι η καταστροφή του έρωτα αλλά η ανάμνηση ενός φιλοσοφήματος, του φιλοσοφήματος του Ενός.

B) Η απόρριψη του έρωτα ως ακρωτηριασμού. Ο έρωτας δεν είναι η θυσία του Ίδιου στον βωμό του Άλλου. Παρακάτω θα υποστηρίξω ότι έρωτας δεν είναι ούτε  καν  μια εμπειρία του Άλλου. Είναι μια εμπειρία του κόσμου, της κατάστασης κάτω από τη μετα- συμβαντική συνθήκη ότι υπήρχαν Δύο.  Εύχομαι να υφαιρέσω τον Έρωτα από όλη τη διαλεκτική της Ετερότητας.

Γ) Η απόρριψη της «υπερδομικής» ή ψευδαισθησιακής αντίληψης του έρωτα , αγαπητή σε μια πεσιμιστική παράδοση  Γάλλων μοραλιστών. Με αυτή την έννοια εννοώ την αντίληψη σύμφωνα με την οποία η αγάπη είναι ένα διακοσμητικό ομοίωμα που προσπερνά το πραγματικό του σεξ ή ότι η επιθυμία και η σεξουαλική ζήλεια είναι το θεμέλιο του έρωτα. Ο Λακάν περιστασιακά περιτριγυρίζει αυτή την ιδέα όταν λέει ότι για παράδειγμα ότι  ο έρωτας είναι αυτό που υποκαθιστά την αποτυχία της σεξουαλικής σχέσης.  Όμως λέει και το αντίθετο όταν δίνει στον έρωτα έναν οντολογικό χαρακτήρα αυτόν του χείλους του Είναι.  Όμως πιστεύω ότι ο έρωτας δεν παίρνει την θέση από οτιδήποτε. Ο έρωτας συμπληρώνει κάτι που είναι τελείως διαφορετικό. Μόνον καταστρέφεται από πλανεμένη εικασία ότι είναι σχέση.   Αλλά δεν είναι. Είναι μια παραγωγή αλήθειας. Τι Αλήθεια ; ότι και το Δύο και όχι μόνο το Ένα λειτουργούν στην κατάσταση. 

  
Ο διαχωρισμός

Έρχομαι τώρα στις διακηρύξεις .  Αυτό που τίθεται σε ερώτηση είναι μια αξιωματική του έρωτα.  Γιατί να προχωρήσουμε με αυτό τον τρόπο; Στηριζόμενοι στον Πλάτωνα :  Ο έρωτας δεν είναι σε καμιά περίπτωση άμεσα συνειδητή στο ερωτευμένο υποκείμενο. Η σχετική φτώχεια των φιλοσόφων που προχώρησαν σε διακηρύξεις σχετικά με το τι είναι ο έρωτας οφείλεται και είμαι πεπεισμένος για αυτό στο ότι εκκινούν από την οπτική της ψυχολογίας ή από μια θεωρία των παθών.  Αν ο έρωτας υπονοεί τις ανοησίες και τα βάσανα αυτών που είναι ερωτευμένοι δεν ανταποκρίνεται στην ταυτότητά της μέσα από αυτές τις εμπειρίες. Αντιθέτως είναι αυτή η ταυτότητα από την οποία εξαρτάται κάποιος για να γίνει υποκείμενο του έρωτα.  

Η πρώτη μου τοποθέτηση είναι η ακόλουθη:

Α)Υπάρχουν δύο θέσεις της εμπειρίας.

Η εμπειρία στην πιο γενική της έννοια, την κατάσταση. Υπάρχουν δύο θέσεις : οι δύο θέσεις είναι έμφυλες η μία ονομάζεται γυναίκα και η άλλη άνδρας. Για την ώρα η προσέγγιση είναι αυστηρά νομιναλιστική: δεν υπάρχει ερώτημα για εμπειρική, βιολογική ή κοινωνική διανομή. Υπάρχουν δύο θέσεις που θεμελιώνονται αναδραστικά. Η αγάπη είναι αυτή που μας δίνει την εξουσία να μιλάμε για την ύπαρξη των δύο θέσεων. Γιατί; Εξαιτίας της δεύτερης τοποθέτησης η οποία αναφέρει:

Β) Οι δύο θέσεις είναι απολύτως διαχωρίσιμες.

Το απολύτως πρέπει να εκθληφθεί κυριολεκτικά: τίποτα δεν είναι κοινό στις θέσεις του άνδρα και της γυναίκας. Τίποτα. Αυτό σημαίνει ότι  οι θέσεις δεν χωρίζουν σε μέρη την εμπειρία και δεν υπάρχει παρουσίαση που να επηρεάζει τον «άνδρα» ή τη «γυναίκα» όπως ζώνες σύμπτωσης ή διασταύρωσης. Κάθε τι παρουσιάζεται με τέτοιο τρόπο ώστε να μην επιβεβαιώνεται καμία σύμπτωση μεταξύ αυτού που επηρεάζει τη μια θέση και αυτού που επηρεάζει την άλλη. Θα ονομάσουμε αυτή την κατάσταση σχέσεων «διάζευξη». Οι έμφυλες θέσεις είναι υπό διάζευξη αναφορικά με την εμπειρία εν γένει. Η απόκλιση δεν είναι παρατηρήσιμη  και δεν μπορεί να αποτελέσει αντικείμενο μιας εμπειρίας ή μιας ευθείας γνώσης (savoir). Όλες αυτές οι εμπειρίες ή γνώσεις τοποθετούνται μέσα στον διαχωρισμό και ποτέ δεν θα καταλήξουν σε κάτι που επιβεβαιώνει την άλλη θέση. Για να έχει κανείς γνώση αυτής της απόκλισης-δομική γνώση- πρέπει να υπάρχει μια τρίτη θέση. Αυτό απαγορεύεται από την τρίτη τοποθέτηση:

Γ) Δεν υπάρχει τρίτη θέση.

Η ιδέα μιας τρίτης θέσης εμπλέκει μια φαντασιακή λειτουργία αυτή του αγγέλου. Η συζήτηση σχετικά με το φύλο των αγγέλων είναι τόσο σημαντική επειδή το διακύβευμά της είναι η απόφανση σχετικά με την απόκλιση. 
Η ιδέα μιας τρίτης θέσης εμπλέκει μια φαντασιακή λειτουργία αυτή του αγγέλου. Η συζήτηση σχετικά με το φύλο των αγγέλων είναι τόσο σημαντική επειδή το διακύβευμά της είναι η απόφανση σχετικά με την διάζευξη.
Τι είναι λοιπόν αυτό  που κάνει δυνατό για μένα να αναφερθώ στην διάζευξη χωρίς να προσφύγω ή χωρίς να κατασκευάσω έναν άγγελο;  Εφόσον η κατάσταση είναι ανεπαρκής απαιτεί συμπλήρωση όχι από μια τρίτη δομική θέση αλλά από ένα ενικό συμβάν. Αυτό το  συμβάν αποτελεί την αρχή της ερωτικής διαδικασίας και θα την ονομάζουμε συνάντηση.